Μοριακή Βιολογία
Η διαγνωστική μοριακή βιολογία είναι αναμφισβήτητα η ταχύτερα αναπτυσσόμενη περιοχή της εργαστηριακής ιατρικής και θα παίξει ένα δυναμικό και σημαντικό ρόλο στην κλινική ιατρική μέσα στην επόμενη δεκαετία. Δεδομένου ότι η περιοχή αυτή αναπτύσσεται, βοηθά στην κατανόηση για το πώς δομικές παραλλαγές στο DNA και RNA συνδέονται με την ανάπτυξη των χρόνιων παθήσεων. Οι νέες τεχνολογίες συνέβαλαν δραστικά στην ικανότητά μας να διερευνήσουμε τις γενετικές συνιστώσες της νόσου. Οι μελλοντικές εξελίξεις στον τομέα αυτό θα τροφοδοτούνται από τις βελτιώσεις στην τεχνολογία και θα θέσουν στη διάθεσή μας τα μέσα για μεγάλες πληθυσμιακές μελέτες που θα τεκμηριώνονται αποτελεσματικά.
Πολλά γονίδια υπεύθυνα για μονογονιδιακές ασθένειες έχουν απομονωθεί επιτυχώς και χρησιμοποιούνται για την κλινική διάγνωση των νόσων, την ταυτοποίηση των φορέων γονιδίων και την ανάπτυξη εξετάσεων ανίχνευσης των ατόμων που μπορεί να αναπτύξουν ορισμένες ασθένειες. Τα γονίδια που προκαλούν πολύπλοκες ασθένειες, όπως την καρδιαγγειακή νόσο, το άσθμα και την οστεοπόρωση είναι υπό μελέτη αλλά θα χρειαστεί χρόνος πριν από τη χρήση αυτών των γενετικών παραγόντων κινδύνου στην κλινική πρακτική, λόγω της πολυπλοκότητας των αλληλεπιδράσεων μεταξύ γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων κινδύνου.
Η διαγνωστική μοριακή βιολογία χρησιμοποιείται ευρέως σε διάφορους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της αιματολογίας, της ογκολογίας, της ανοσολογίας και μικροβιολογίας. Εκτός από τις ασθένειες όπως η κυστική ίνωση και η γενετική αιμοχρωμάτωση, οι περισσότερες γενετικές ασθένειες δοκιμάστηκαν στα εργαστήρια κλινικής βιοχημείας και είναι σπάνιες στο γενικό πληθυσμό. Ωστόσο, μοριακές μέθοδοι όλο και ενσωματώνονται σε όλους τους τομείς της παθολογίας, όχι για να αντικαταστήσουν τις τρέχουσες εξετάσεις, αλλά ως βοήθημα στην αξιολόγηση του μελλοντικού κινδύνου μιας νόσου.
Στο εργαστήριό μας άρχισε ο προδιορισμός του PCA3 για την ανίχνευση του καρκίνου του προστάτη.