Οστεοπόρωση και μέτρηση Οστικής Πυκνότητας


Η οστεοπόρωση είναι διάχυτη νόσος του σκελετού η οποία χαρακτηρίζεται από χαμηλή οστική πυκνότητα, διαταραχές της μικροαρχιτεκτονικής του οστικού ιστού οι οποίες οδηγούν σε αύξηση της ευθραυστότητας των οστών και κατά συνέπεια αύξηση του κινδύνου καταγμάτων.

Μελέτες της βιολογίας και μηχανικής των οστών έδειξαν ότι υπάρχει σαφής συσχέτιση ανάμεσα στην οστική πυκνότητα και τον κίνδυνο πρόκλησης ενός κατάγματος. Βεβαίως δεν μπορεί να προβλεφθεί ποιό άτομο θα κάνει κάταγμα αλλά μπορεί με βάση την μέτρηση της οστικής πυκνότητας να εντάξει ένα άτομο σε μια κατηγορία μεγαλύτερου ή μικρότερου κινδύνου να κάνει κάταγμα.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η μέτρηση της οστικής πυκνότητας δεν είναι πάντα απλή υπόθεση και επηρεάζεται από παράγοντες όπως η ύπαρξη οστεοφύτων , καταγμάτων στην σπονδυλική στήλη, το υπερβολικό βάρος ενός ατόμου, οι γεωμετρικές συνθήκες που δημιουργούνται κατά την τοποθέτηση του προς μέτρηση ατόμου ιδίως στον αυχένα του μηριαίου και τέλος παράγοντες που σχετίζονται με το λογισμικό των διαφόρων κατασκευαστών μηχανημάτων μέτρησης της οστικής πυκνότητας.

Παράγοντες που πρέπει να ληφθούν υπόψη για τη μέτρηση της οστικής πυκνότητας  

  • Η ηλικία.
  • Η φυλή (λευκή ή ασιατική).
  • Το ιστορικό καταγμάτων μετά την ηλικία των 40 ετών.
  • Το οικογενειακό ιστορικό καταγμάτων ή οστεοπόρωσης.
  • Η μακρά ακινητοποίηση και η ανεπαρκής φυσική άσκηση.
  • Ο δείκτης της σωματικής μάζας (kg/m2) ή χαμηλό σωματικό βάρος ή απώλεια βάρους.
  • Ανεπάρκεια οιστρογόνων.
  • Κατανάλωση καπνού και οινοπνεύματος.
  • Δίαιτα χαμηλή σε ασβέστιο και βιταμίνη D.
  • Χρόνια λήψη κορτικοειδών.
  • Υπερθυρεοειδισμός.
  • Υπερπαραθυρεοειδισμός.

Η οστική πυκνότητα είναι ένας από τους παράγοντες κινδύνου κατάγματος αλλά δεν είναι ο μόνος. Πρέπει να ληφθούν υπόψη ποιοτικοί παράγοντες που αφορούν το οστό αλλά και εξωοστικοί παράγοντες.

Παράγοντες ανεξάρτητοι από την οστική πυκνότητα  

  • Η ηλικία
  • Ιστορικό προηγηθέντων καταγμάτων
  • Ιστορικό κατάγματος αυχένος μηριαίου στους γονείς
  • Ελάττωση της οπτικής οξύτητας
  • Χαμηλή σωματική μάζα
  • Νευρομυϊκες διαταραχές oρθοπαιδικές παθήσεις
  • Κακή κατάσταση υγείας (χρόνιες νόσοι)
  • Υπερθυρεοειδισμός
  • Ρευματοειδής αρθρίτις
  • Καρκίνος του μαστού
  • Αύξηση των δεικτών οστικής απορρόφησης

Παράγοντες σχετιζόμενοι με την οστική πυκνότητα  

  • Πρόωρη εμμηνόπαυση
  • Πρωτοπαθής ή δευτεροπαθής αμηνόρροια
  • Παρατεταμένη ακινητοποίηση
  • Μειωμένη πρόσληψη βιταμίνης D-ασβεστίου.

Ταξινόμηση οστικής πυκνότητας βάσει T-score (Επιτροπή Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας)  
Μέχρι (-1)

SD:

Φυσιολογική

Από (-1) μέχρι (-2,5)

SD:

Οστεοπενία

Μικρότερη των (-2,5)

SD:

Οστεοπόρωση

Θα πρέπει να σημειωθεί...

ΤΥΠΟΙ ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΣΗΣ  

Πρωτοπαθής οστεοπόρωση

  • Μετεμμηνοπαυσιακή (ο συχνότερος τύπος)
  • Περιεμμηνοπαυσιακή
  • Εφηβική (σπάνια)
  • Ανδρική (σε ένα μικρό της ποσοστό)

Δευτεροπαθής οστεοπόρωση
Ενδοκρινικής αιτιολογίας

  • Υπερθυρεοειδισμός, Υπερπαραθυρεοειδισμός, Ψυχογενής ανορεξία (υπογοναδισμός και υπερκορτιζολαιμία)
  • Πρωταθλητισμός, κυρίως μαραθωνοδρόμοι, γυμναστές ενόργανου και ρυθμικής γυμναστικής (υπογοναδισμός και υπερκορτιζολαιμία)
  • Σύνδρομα Turner, Kleinefelter (υπογοναδισμός)
  • Κατάθλιψη (υπερκορτιζολαιμία)

Άλλης αιτιολογίας

Εκ παρατεταμένης κατάκλισης. Χρόνιες φλεγμονώδεις νόσοι (ΣΕΛ, ρευματοειδής αρθρίτις, φλεγμ. νόσοι του εντέρου, λόγω αυξημένων κυτοκινών παράλληλα με την επίδραση της κορτικοθεραπείας) χρόνια αποφρακτικού τύπου πνευμονοπάθεια (λόγω κορτικοθεραπείας κυρίως) αιμοχρωμάτωση, θαλασσαιμία, αρτηρίτιδες των κάτω άκρων, ηπατοκυτταρική ανεπάρκεια, αλκοολισμός, σύνδρομα δυσαπορρόφησης, καρκινοπαθείς, ιδιοπαθής υπερασβεστιουρία, νεφροπάθειες σωληναρίων ιατρογενής κορτικοθεραπεία (η συχνότερη ιατρογενής αιτιολογία).

Μελέτες της βιομηχανικής των οστών έδειξαν ότι υπάρχει σαφής συσχέτιση ανάμεσα στην οστική πυκνότητα και τον κίνδυνο επέλευσης ενός κατάγματος. Βεβαίως δεν μπορεί να προβλεφθεί ποιό άτομο θα κάνει κάταγμα αλλά μπορεί με βάση την μέτρηση της οστικής πυκνότητας να εντάξει ένα άτομο σε μια κατηγορία μεγαλύτερου ή μικρότερου κινδύνου να κάνει κάταγμα.